Την νύχταν όξυπνον με αήννει
Τζιαι τον ξύπνιον μου στοισιώννει
Τούτη η εικόνα εμέν μιλολγιώννει
Την σκέψην μου πεϊκλώννει
Της Μεσογείου η γλυτζιά αναράδα
Ντυμένη μέστα σμαραγδογαλάζια
Με τα γρουσά μακρά μαλλιά
Τζιαι τα ώρκα πράσινα αμμάθκια
Τες στράτες γυρίζει μανισιή της
Γρόνια προδωμένη που την μάναν της
Που το μασιαίριν πάστην ράσιην της
Κόμα στρίφει τζιαι άβκασμαν το γιαίμαν της
Τα σιείλη της που νάκρας ραμμένα
Για να μεν συντύσσιει η αρχαία της γρούσσα
Τα ώρκα της μάθκια πρισμένα
Τζιαι τα κορμιά της σιλγιοκαθεδριμένα
Έτσι τα κοπελλούθκια της την εκαταντήσασιν
Το κορμίν της κόμα σε ξένους τζύρηες το πουλούσιν
Οι ογοίοι τα κάλλη της ως σήμερον κουρσέυκουσιν
Καυκαλατίζουσιν αντίς να μάχουνται να μερώσουσιν
Των γιαγιάων τους εν θωρούσιν τα χαΐρκα
Που για 30 αρκύρια έχουν τα πουλημένα
Τζιαι εν καταλάουσιν τα δικά τους λάχη
Τζιαι ότι εννά προκοψουσιν μανιχά μιτά
Με την καρκιάν της ειστά θκυο μοιρασμένη
Κόμα η νηλιοκαμμένη μάνα τους γυρίζει
Που τον πόνον τζιαι το κάγριν παουρίζει
Πεταξούμενη τζιαι για πνάσην κοραζιιασμένη
Την νύχταν όξυπνον με αφήννει
Τζ’αι τον ξύπνιον μου στοισ’ώννει
Τούτη η εικόνα εμέν μιλολγιώννει
Την σκέψην μου πεϊκλώννει
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου